“Δεν ντρέπεσαι που κάνεις σαν μωρό;”, “Μην συμπεριφέρεσαι σαν χαζό”, “Είσαι τόσο άτακτος, τόσο ανώριμος, τόσο ανεύθυνος, τόσο… τόσο…τόσο…”. Φράσεις που χρησιμοποιούνται σαν ένα αποτελεσματικό εργαλείο για να αλλάξει μια συμπεριφορά, ή μήπως έχουν καταστρεπτικές συνέπειες στη ψυχοσύνθεση των παιδιών;

Στην πραγματικότητα, όταν οι γονείς χρησιμοποιούν σχόλια που προκαλούν ντροπή στα παιδιά ή υποτιμητικά συναισθήματα, μπορούν να δουν τη συμπεριφορά των παιδιών στιγμιαία να αλλάζει με σκοπό να τους ευχαριστήσουν. Αυτό ωστόσο συμβαίνει με ένα βαρύ τίμημα. Τα αρνητικά συναισθήματα εσωτερικεύονται, δημιουργούν αρνητική εικόνα του εαυτού και το χειρότερο, εσωτερικές πληγές που μπορεί να μη γιατρευτούν ποτέ!

Μπορεί το αίσθημα της ντροπής να έχει ένα γρήγορο και συχνά αποτελεσματικό τρόπο επίδρασης στη συμπεριφορά, κρύβει όμως μία παγίδα. Εστιάζει στη συμπεριφορά και όχι στο άτομο πίσω από αυτήν. Χρησιμοποιείται για να κερδίσουμε τη γρήγορη συμμόρφωση του παιδιού και όχι για να κατανοήσουμε, να διδάξουμε, να καθοδηγήσουμε την καλύτερη συμπεριφορά – κάτι που σαφέστατα χρειάζεται περισσότερο χρόνο και προσπάθεια.

 

Το τοξικό αποτέλεσμα της ντροπής…

Τα λόγια, οι λέξεις, οι φράσεις που χρησιμοποιούν οι γονείς όταν απευθύνονται στα παιδιά έχουν τεράστια επίδραση στην εικόνα που δημιουργούν για τον εαυτό τους από τα πρώτα χρόνια κιόλας της ζωής τους. Με άλλα λόγια, βλέπουν τον εαυτό τους όπως τους βλέπουν οι γονείς και τα κοντινά τους πρόσωπα.

Όταν τα παιδιά ακούν συνέχεια πόσο “κακά”, “χαζά”, “ανώριμα” είναι και μάλιστα συχνά μπροστά σε άλλους, εσωτερικεύουν το μήνυμα και δημιουργούν την ανάλογη αντίληψη για τον εαυτό τους η οποία θα καθορίσει και τη συμπεριφορά τους στο παρόν και στο μέλλον. Έτσι, ένα παιδί που έχει πιστέψει πως είναι κακό, θα έχει και κακή συμπεριφορά. Αυτό με τη σειρά του μπορεί να κάνει τον γονιό να θελήσει να προκαλέσει ακόμη περισσότερη ντροπή για να ελέγξει τη συμπεριφορά του παιδιού. Επομένως, η ντροπή δεν μειώνει επί της ουσίας τη συμπεριφορά που θέλουν να αλλάξουν οι γονείς, αλλά το ίδιο το παιδί.

Έρευνες δείχνουν πως τα άτομα που έχουν νιώσει ντροπή και υποτίμηση από τους γονείς, είναι πιο πιθανό να είναι επιθετικά και συχνά επιδεικνύουν αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές. Επίσης, το καλά εδραιωμένο συναίσθημα της ντροπής προκαλεί παραίτηση από σχέσεις, απομόνωση, άγχος, φόβο, κατάθλιψη, και προκειμένου να αντισταθμιστεί, συχνά το άτομο εμφανίζει εκφοβιστική και υποτιμητική συμπεριφορά προς άλλους, τελειομανία σε ακραίο βαθμό, ακόμη και τάση σε ψυχικές ασθένειες.

 

Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς;

Αρχικά οι γονείς είναι σημαντικό να αντιληφθούν πως όταν ντροπιάζουν ή υποτιμούν τα παιδιά, στην πραγματικότητα πράττουν λεκτική κακοποίηση με ανυπολόγιστες συνέπειες στον συναισθηματικό τους κόσμο. Πρέπει να θυμούνται πως ακόμα και αν δουν μια προσωρινή συμμόρφωση, κερδίζουν μια μάχη αλλά χάνουν τον πόλεμο.

Ο ρόλος του γονιού είναι να παρέχει ασφάλεια, αποδοχή, κατανόηση και να συμπεριφέρεται με σεβασμό. Να καθοδηγεί και να διδάσκει με το παράδειγμά του έτσι ώστε το παιδί να μαθαίνει μέσα από αυτό τι πρέπει να βελτιώσει. Όταν συμβαίνει αυτό, τότε το παιδί θα εξελιχθεί σε έναν υγιή συναισθηματικά ενήλικα, που θα σέβεται τόσο τον εαυτό του όσο και τους άλλους γύρω του.

Ο χρυσός και απλός κανόνας που πρέπει να τηρείται απέναντι στα παιδιά, είναι να τους συμπεριφερόμαστε όπως θα θέλαμε οι άλλοι να συμπεριφέρονται σε εμάς! 


  Το διαβάσαμε εδώ