Περίπου οχτώ αγόρια στα εκατό έχουν δαλτονισμό, που σημαίνει ότι δεν μπορούν να διακρίνουν κάποιους χρωματικούς τόνους. Πρόκειται για μια εκ γενετής διαταραχή της όρασης, για την οποία δεν υπάρχει θεραπεία, αλλά τις περισσότερες φορές δεν δυσκολεύει ιδιαίτερα την καθημερινότητα όσων πάσχουν από αυτήν.

Ο πρώτος που περιέγραψε τη συγκεκριμένη κατάσταση ήταν ο άγγλος επιστήμονας Τζον Ντάλτον (εξ ου και το όνομα «δαλτονισμός»), το 1798, ο οποίος έπασχε επίσης από αυτήν. Τα δαλτονικά παιδιά  δεν μπορούν να διακρίνουν κάποιους χρωματικούς τόνους,  γεννιούνται με αυτή την ιδιαιτερότητα, όμως τις περισσότερες φορές οι γονείς ανακαλύπτουν ότι κάτι δεν πάει καλά στην ηλικία που αρχίζουν να ζωγραφίζουν και να μαθαίνουν τα χρώματα. Έτσι, το πρώτο ανησυχητικό σημάδι είναι όταν το παιδί αδυνατεί συστηματικά να χρησιμοποιήσει σωστά συγκεκριμένα χρώματα. Όταν, για παράδειγμα, του προτείνετε να βάψει με πράσινο το γρασίδι εκείνο επιλέγει κάθε φορά τον καφέ μαρκαδόρο. Ωστόσο, είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι ο δαλτονισμός είναι κάτι που παραμένει σταθερό στη διάρκεια της ζωής του, δηλαδή δεν επιδεινώνεται με το πέρασμα του χρόνου και δεν συνδέεται με άλλες παθήσεις της όρασης ούτε την επηρεάζει με άλλο τρόπο. Ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης, το παιδί θα δυσκολεύεται λίγο ή και πολύ να αναγνωρίσει κάποια χρώματα. Στις περισσότερες περιπτώσεις, αυτό δεν σημαίνει ότι δεν βλέπει καθόλου το συγκεκριμένο χρώμα, αλλά ότι το διακρίνει μόνο όταν είναι έντονο και απομονωμένο. Εάν δηλαδή δείξετε σε ένα παιδί με δαλτονισμό έναν κόκκινο μαρκαδόρο και τον ρωτήσετε τι χρώμα έχει, πιθανότατα θα σας απαντήσει «κόκκινο». Εάν όμως του ζητήσετε να σας δώσει τον κόκκινο μέσα από μια μολυβοθήκη γεμάτη με μαρκαδόρους, ενδέχεται να σας δώσει έναν άλλον. Η πιο «κλασική» μορφή της ασθένειες αφορά την αδυναμία του ατόμου να διακρίνει τις αποχρώσεις του πράσινου και του κόκκινου, ενώ πιο σπάνια αφορά τους τόνους του κίτρινου και του μπλε.

 

Πώς θα το καταλάβετε

Πολλές φορές ο δαλτονισμός περνάει απαρατήρητος, τουλάχιστον μέχρι την ηλικία όπου το παιδί αρχίζει να ζωγραφίζει και η μαμά ή η βρεφονηπιοκόμος διαπιστώνει ότι χρησιμοποιεί τα χρώματα με έναν δικό του τρόπο. Υπάρχουν και περιπτώσεις όπου η πάθηση διαπιστώνεται εντελώς τυχαία σε κάποια οφθαλμολογική εξέταση. Ωστόσο, η ιατρική διάγνωση δεν μπορεί να προσφέρει και πολλά, πέρα από τη συνειδητοποίηση του προβλήματος, αφού δεν υπάρχει θεραπεία αλλά ούτε και ο φόβος η κατάσταση να επιδεινωθεί με το πέρασμα του χρόνου. Όμως είναι χρήσιμο οι γονείς να γνωρίζουν την ύπαρξη του προβλήματος πριν το παιδί πάει στο σχολείο και να ενημερώσουν τους εκπαιδευτικούς. Διαφορετικά, ένας δάσκαλος που δεν καταλαβαίνει γιατί ο μικρός μαθητής παρακούει συστηματικά τις εντολές του να χρησιμοποιήσει κάποιο συγκεκριμένο χρώμα, μπορεί να θεωρήσει ότι είναι απλώς απείθαρχος και να μην καταλάβει ότι η κατάσταση δεν ελέγχεται από το παιδί.

 

Πώς θα το βοηθήσετε

Όταν οι γονείς μαθαίνουν ότι το παιδί τους πάσχει από κάποια πάθηση για την οποία δεν υπάρχει θεραπεία, ακόμα κι αν είναι εντελώς «ακίνδυνη» για την υγεία του, είναι φυσικό να ανησυχούν. Όμως είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουν ότι η ιδιαιτερότητα αυτή δεν θα το επηρεάσει σημαντικά στους περισσότερους τομείς της ζωής τους και οι όποιες δυσκολίες του προκαλέσει δεν θα σταθούν εμπόδιο στην καθημερινότητά του. Αυτό που μπορούν να κάνουν οι ίδιοι είναι να ενημερώσουν τους νηπιαγωγούς όταν το παιδί πάει για πρώτη φορά στο σχολείο, ώστε να το βοηθούν να ακολουθεί το πρόγραμμα της τάξης χωρίς να νιώθει ότι ξεχωρίζει. Όταν, για παράδειγμα, η δασκάλα ζητήσει από τα παιδιά να ζωγραφίσουν ένα δέντρο, θα πρέπει διακριτικά να του ξεχωρίσει τον πράσινο μαρκαδόρο για να βάψει τα φύλλα. Επίσης, το ίδιο το παιδί είναι σημαντικό να γνωρίζει ότι έχει αυτή τη μικρή ιδιαιτερότητα που το κάνει να βλέπει μερικά χρώματα διαφορετικά απ' ό,τι οι άλλοι. Εξηγήστε το με απλά λόγια, διαβεβαιώνοντάς το ότι αυτό δεν το κάνει να μειονεκτεί απέναντι στους συμμαθητές του. Όταν ξεκινήσει το δημοτικό και μολονότι η αχρωματοψία δεν επηρεάζει από καμία άποψη τη διαδικασία της μάθησης, οι εκπαιδευτικοί θα πρέπει να είναι και πάλι ενήμεροι για να αποφύγουν να φέρουν το παιδί αντιμέτωπο με εργασίες του τύπου «στις παρακάτω προτάσεις υπογραμμίστε με κόκκινο μαρκαδόρο το ρήμα και με πράσινο το ουσιαστικό». Όταν πια μάθει να διαβάζει, μερικά απλά τρικ θα το βοηθήσουν να ξεπεράσει αυτή την αδυναμία, όπως το να του γράψετε πάνω σε ένα αυτοκόλλητο που θα κολλήσετε στους μαρκαδόρους του το όνομα των χρωμάτων που δυσκολεύεται να διακρίνει.

 

Θα μπορέσει να πάρει δίπλωμα οδήγησης;

Αυτή είναι μια από τις πιο συνηθισμένες απορίες των γονιών όταν μαθαίνουν ότι το παιδί τους είναι δαλτονικό. Η απάντηση είναι «ναι», αρκεί ο βαθμός του προβλήματος να μην είναι ιδιαίτερα μεγάλος. Οι άνθρωποι με αχρωματοψία μπορούν να ακολουθήσουν τα φανάρια σήμανσης γιατί σε αυτά η ένταση των χρωμάτων είναι μεγάλη και επειδή αναπτύσσουν άλλους τρόπους για να αντιλαμβάνονται τα δεδομένα (π.χ. ξέρουν ότι το κόκκινο φανάρι είναι πάνω και το πράσινο κάτω). Ωστόσο, είναι πιθανό το παιδί να δυσκολευτεί στο μέλλον να ακολουθήσει κάποια επαγγέλματα στα οποία η αναγνώριση των χρωμάτων όλων των αποχρώσεων είναι ουσιαστική, όπως στρατιωτικός, επαγγελματίας οδηγός, πιλότος, διακοσμητής, χειρουργός, σιδηροδρομικός ή ζωγράφος. Πάντως, πρόσφατα αναπτύχθηκε από επιστήμονες στο Πανεπιστήμιο City του Λονδίνου μια νέα οφθαλμολογική εξέταση που μπορεί να επιτρέψει σε χιλιάδες άτομα με αχρωματοψία να εκπληρώσουν το όνειρό τους και να γίνουν πιλότοι, αφού μπορεί να αναγνωρίσει τη σοβαρότητα της διαταραχής και να δείξει αν η όραση ενός ατόμου του επιτρέπει ή όχι να πιλοτάρει αεροσκάφος με ασφάλεια. Μέχρι σήμερα, τα άτομα που έχουν ακόμη και πολύ ελαφριά μορφή αχρωματοψίας δεν επιτρεπόταν να οδηγήσουν εμπορικά αεροσκάφη, καθώς οι εξετάσεις που γίνονται μπορούν να εντοπίσουν μόνο εάν έχουν δαλτονισμό και όχι το επίπεδό του. Η νέα εξέταση εκτιμάται ότι θα υιοθετηθεί επίσης από τις ένοπλες δυνάμεις, την αστυνομία, την πυροσβεστική και τις μεταφορές, επαγγέλματα που απαιτούν από τους υποψηφίους να υποβληθούν σε οφθαλμολογική εξέταση προκειμένου να γίνουν δεκτοί.

 

Γιατί μόνο στα αγόρια;

Ο δαλτονισμός προτιμά τα αγόρια (αφορά το 8% του αντρικού πληθυσμού). Οι πιθανότητες ένα κορίτσι να έχει αχρωματοψία είναι ελάχιστη (συναντάται σε ποσοστό μικρότερο από 0,5%). Ο λόγος αφορά τον τρόπο με τον οποίο κληρονομείται. Η αιτία του δαλτονισμού εντοπίζεται σε μια ατέλεια του χρωμοσώματος Χ. Οι γυναίκες έχουν δύο τέτοια χρωμοσώματα και κατά συνέπεια παρουσιάζουν αυτή την πάθηση στην -απίθανη- περίπτωση που και τα δύο είναι «ελαττωματικά». Αντίθετα, οι άντρες έχουν μόνο ένα Χ, το οποίο εάν είναι προβληματικό θα έχουν σίγουρα δαλτονισμό. Το «ελαττωματικό» χρωμόσωμα Χ κληρονομείται από τη μητέρα στους γιους της. Αυτό σημαίνει ότι τα αγοράκια που έχουν δαλτονικό πατέρα και υγιή μητέρα δεν θα έχουν κανένα απολύτως πρόβλημα, αφού από τον μπαμπά τους κληρονομούν μόνο το χρωμόσωμα Υ. Τα κοριτσάκια, στην ίδια περίπτωση, θα γίνουν φορείς του δαλτονισμού (αφού παίρνουν το χρωμόσωμα Χ του μπαμπά τους) και είναι πιθανό να το μεταβιβάσουν στους δικούς τους γιους (η πιθανότητα ενός αγοριού με μητέρα φορέα να έχει αχρωματοψία είναι 50%, όση και των κοριτσιών με μητέρα φορέα να γίνουν κι εκείνα φορείς του ελαττωματικού γονιδίου).

 

Τα ειδικά τεστ

Για να διαπιστωθεί εάν κάποιος είναι δαλτονικός, πρέπει να υποβληθεί σε κάποια απλά τεστ. Ο γιατρός δείχνει κάποιες καρτέλες όπου πάνω σε ένα φόντο που αποτελείται από κουκίδες σε διάφορα μεγέθη μπεζ ή πράσινων αποχρώσεων είναι σχεδιασμένος ένας αριθμός επίσης από κουκίδες ενός διαφορετικού χρώματος. Ο αριθμός μπορεί να είναι ολοφάνερος για κάποιον που βλέπει κανονικά τα χρώματα, όμως ένας δαλτονικός δυσκολεύεται πολύ να τον διακρίνει ή δεν τον διακρίνει καθόλου. Υπάρχουν μάλιστα καρτέλες διαφορετικής «δυσκολίας» ώστε να εντοπιστεί και η ένταση του προβλήματος. Για τα παιδιά που είναι ακόμα πολύ μικρά για να γνωρίζουν τους αριθμούς υπάρχουν αντίστοιχες καρτέλες με απλά σχήματα.

 

Το παιδί μου μπερδεύει τα χρώματα. Έχει σίγουρα αχρωματοψία;

Πολλά παιδιά δεν καταφέρνουν να ξεχωρίζουν πάντα τα χρώματα, ακόμα και μετά τα τρία τους χρόνια. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχουν κάποιο πρόβλημα. Μην ανησυχείτε λοιπόν εάν το παιδί σας φέρνει τη μαύρη μπάλα ενώ του ζητήσατε την κόκκινη ή φτιάχνει έναν πύργο με μπλε τουβλάκια ενώ του είπατε να τον φτιάξει με κίτρινα. Είναι κάτι που συνηθίζεται στις προσχολικές ηλικίες και τις περισσότερες φορές αφορά χρώματα που ακόμα και οι δαλτονικοί μπορούν να διακρίνουν ή αποχρώσεις τόσο έντονες (όπως αυτές στα παιδικά παιχνίδια) που ακόμα κι αν είχαν το συγκεκριμένο πρόβλημα δεν θα δυσκολεύονταν να ξεχωρίσουν. Αντίθετα, εάν διαπιστώσετε ότι το παιδί μπερδεύει συστηματικά κάποια συγκεκριμένα χρώματα (συνήθως αποχρώσεις του κόκκινου και του πράσινου), τότε είναι προτιμότερο να απευθυνθείτε σε έναν οφθαλμίατρο για να του κάνει τα σχετικά τεστ.

 

Άρθρο: Ελένη Χαδιαράκου με τη συνεργασία του Ιωάννη Νικολόπουλου, ειδικού παιδοφθαλμίατρου, διδάκτορα του Πανεπιστημίου Αθηνών.


  Το διαβάσαμε εδώ