Την γνώρισα λίγο μετά την ενηλικίωσή μου και πολύ πριν γίνω μαμά. Ταιριάξαμε πολύ –παρόμοιες σπουδές, κοινά ενδιαφέροντα. Έπειτα έγινε ζευγάρι με έναν καλό μου φίλο, οπότε δεθήκαμε ακόμα περισσότερο. Τα χρόνια περνούσαν, γιορτές και καλοκαίρια μαζί, ήρθαν δύσκολες στιγμές και μου στάθηκε όσο λίγοι… Δεν μπορώ ποτέ να το ξεχάσω αυτό. Μέχρι που παντρευτήκαμε και κάναμε παιδιά. Και κάπου εκεί, την κοπέλα αυτή που τόσο εκτιμώ και αγαπώ, έπιασα τον εαυτό μου κάμποσες φορές να την κρίνω και να την κατακρίνω έντονα, για τον δικό της τρόπο να είναι μαμά. Εγώ, που ούτε περισσότερη εμπειρία είχα, ούτε κανένα διδακτορικό στη σωστή ανατροφή των παιδιών. Εγώ, που όποιος περάσει μερικές ώρες με την κόρη μου, θα θεωρήσει ότι έχει μεγαλώσει σε τσίρκο. Και ξέρω πως δεν είμαι η μόνη –πολλές φίλες μου κάνουν το ίδιο, με άλλες κοπέλες που έγιναν μαμάδες. Και όλες μαζί δεν χάνουμε την ευκαιρία να κατηγορήσουμε τις άλλες μαμάδες...
Τι μας συμβαίνει; Τι έχει χαλάσει μέσα μας; Γιατί μετά τα παιδιά γίναμε τόσο επικριτικές;
1ος λόγος: Γιατί το να είσαι γονιός είναι δύσκολο
…και δυστυχώς, πολύ λίγοι είναι οι γονείς που έχουν ουσιαστική βοήθεια, όχι μόνο στο μεγάλωμα των παιδιών και τις καθημερινές του ανάγκες, αλλά και ψυχολογική βοήθεια ώστε να καταλάβουν ότι στη μητρότητα δεν υπάρχει τελειότητα. Μια νέα μαμά που «παλεύει» μόνη της να μεγαλώσει τα παιδιά της, ενώ ο άντρας της δουλεύει νυχθημερόν για να στηρίξει οικονομικά την οικογένεια, θα τα αφήσει αρκετές ώρες μπροστά στην τηλεόραση για να καταφέρει να «φέρει βόλτα» το σπίτι. Και όταν θα έρθει η ώρα του φαγητού και εκείνα θα αρνηθούν να φάνε οτιδήποτε, συχνά θα καταλήξει να τους δώσει μπισκότα προκειμένου στο τέλος να μη μείνουν νηστικά.
Όσο για την εργαζόμενη μαμά, η οποία δεν αντέχει άλλα ξενύχτια, θα πάρει το παιδί στο κρεβάτι της και θα κοιμηθούν μαζί. Γιατί η μέρα δεν βγαίνει αν είσαι για πολύ καιρό άυπνη. Και όλες οι υπόλοιπες μαμάδες που έχουν την τύχη να έχουν παππούδες που θα πάνε τα παιδιά στις κούνιες, προκειμένου εκείνες να σφουγγαρίσουν και να σιδερώσουν ή που τα παιδιά τους είναι πιο «εύκολα» με το φαγητό, καλά θα κάνουν αντί να κρίνουν να βοηθήσουν τις υπόλοιπες, αν όχι πρακτικά, τουλάχιστον ψυχολογικά. Δείχνοντας κατανόηση και σεβασμό και έχοντας πάντα στο μυαλό, ότι όλοι μας κάνουμε το καλύτερο που μπορούμε για τα παιδιά μας.
2ος λόγος: Γιατί έχουμε τρομερή ανασφάλεια για τον εαυτό μας ως μαμάδες
Κακά τα ψέματα, ο πιο σκληρός κριτής είναι ο ίδιος μας ο εαυτός. Και όταν εμείς οι ίδιες μπαίνουμε στη διαδικασία να βαθμολογήσουμε τις «επιδόσεις» μας, 7 στις 10 φορές βρίσκουμε λάθη: «Δεν αφιερώνω αρκετό χρόνο στο παιδί. Φωνάζω παραπάνω από όσο θα έπρεπε. Τρώει πολλά γλυκά. Παίζει πολύ ώρα με το tablet. Ο λόγος που δεν κοιμάται καλά το βράδυ είναι επειδή εγώ δεν το έμαθα. Μήπως αρρωσταίνει συχνά επειδή δεν θήλασα για έναν ολόκληρο χρόνο;» -η λίστα μπορεί να είναι ατελείωτη.
Και κάπως έτσι έρχονται οι ενοχές («είμαι η χειρότερη μαμά του κόσμου») και μετά ο φόβος ότι το ίδιο ακριβώς πιστεύει και ο υπόλοιπος κόσμος για εμάς. Και μερικές φορές ο πιο εύκολος τρόπος για να διαχειριστείς όλη αυτή τη μάχη που γίνεται μέσα σου, είναι να περάσεις στην αντεπίθεση. Τόσο προς τον ίδιο σου τον εαυτό (σταματάς να τον αγαπάς πραγματικά) όσο και προς κάθε άλλη μαμά (αρχίζεις να διογκώνεις τα «λάθη» των άλλων, για να κάνεις τα δικά σου να φαίνονται πιο μικρά).
3ος λόγος: Γιατί είναι στη φύση του ανθρώπου να κρίνει
Ειδικά όταν έχει περάσει τα ίδια. Και το πρόβλημα ξεκινά ήδη από την εγκυμοσύνη: «Πω πω πήρες κι εσύ πολλά κιλά!», «Καλά κι εμένα το μωρό ανάποδα κατέβαινε, αλλά προκειμένου να γεννήσω φυσιολογικά, πήγα και μου το γύρισαν!», «Εννοείται πως θα θηλάσεις, ε; Εγώ θηλάζω ακόμα (και είναι 3 ετών)»... Και αυτά είναι μόνο όσα λέμε και μας λένε κατά πρόσωπο. Φανταστείτε πόσα ακόμα λέγονται από πίσω. Απλά, επειδή τελικά είμαστε όλες μαμάδες, βρίσκουμε τον τρόπο να κρύβουμε την επικριτικότητά μας πίσω από ένα υποτιθέμενο ενδιαφέρον.
Όλοι κρίνουν όλους. Ακόμα και οι πιο ανιδιοτελείς, καλόκαρδοι άνθρωποι κάποια στιγμή θα σχολιάσουν κάτι με το οποίο εκείνοι προσωπικά θα διαφωνούν. Και ίσως αυτό να μην είναι απαραίτητα κακό –αποτελεί χαρακτηριστικό κριτικής σκέψης και, τέλος πάντων, ανθρώπινο δικαίωμα. Όταν πρόκειται όμως για δικούς σου ανθρώπους, για τους πιο κοντινούς σου φίλους, από τους οποίους περιμένεις κατανόηση και συμπαράσταση γιατί σε ξέρουν και ξέρουν τις συνθήκες ζωής σου, η κριτική πονάει.
Τις περισσότερες φορές που ξεκινάμε μία συζήτηση σχετικά με κάτι που μας προβληματίζει αναφορικά με την ανατροφή των παιδιών μας, το κάνουμε επειδή πραγματικά αγωνιούμε γι’αυτά. Δεν περιμένουμε όλοι να συμφωνούν με τον δικό μας τρόπο (αυτό θα ήταν εντελώς παράλογο). Αξιώνουμε, όμως, αυτή την αναγνώριση της μαμάς που νοιάζεται, ανησυχεί και προσπαθεί. Κι αν μας είναι τόσο δύσκολο να είμαστε πραγματικά αλληλέγγυοι με τους γονείς που -σε τελική ανάλυση- λίγο πολύ τα ίδια με εμάς περνάνε, πριν ανοίξουμε το στόμα μας για να σχολιάσουμε τον τρόπο με τον οποίο η κάθε μαμά επιλέγει να μεγαλώσει το παιδί της, ας σκεφτούμε πώς θα εκλάβει το «μήνυμά» μας. Πραγματικά νοιαζόμαστε για εκείνη και προσπαθούμε να την βοηθήσουμε ή απλά προσπαθούμε να δικαιολογήσουμε τις δικές μας επιλογές, αμφισβητώντας αυτές των άλλων.
Και κάτι ακόμα: Ας σκεφτούμε το μήνυμα που λαμβάνουν τα παιδιά μας, ακούγοντάς μας να μιλάμε τόσο επικριτικά για μια άλλη μαμά. Γιατί, όπως πολύ καλά ξέρετε, «ρουφάνε» κάθε μας λέξη και την αποθηκεύουν στο οπλοστάσιό τους. Η εφηβεία πλησιάζει. Και -πιστέψτε μας- η κριτική που μπορεί να σου ασκήσει το έφηβο παιδί σου είναι η πιο σκληρή που θα δεχτείς ποτέ.
Δεν είναι, λοιπόν, καλύτερα, αντί για σκληρά λόγια, να οπλίσουμε τα παιδιά μας με λόγια αγάπης; (Στον εαυτό μου το λέω πρώτα απ’όλα.)
Άρθρο: Έλενα Μπούλια
Το διαβάσαμε εδώ